Πατρίδες της μνήμης: εκατό χρόνια νοσταλγίας

Της Μαρίας - Ταξιαρχούλας Στεφανέλλη[*]

«Του γαρ σοφού πάσα μεν η γη πατρίς, πόλις δε ο κόσμος»· Ευγένιος Βούλγαρης

Φέτος συμπληρώνονται εκατό χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Προφανώς, για εμάς που δεν βιώσαμε οι ίδιοι τις συμφορές που υπέστησαν οι Έλληνες της Μικράς Ασίας, να είναι αδύνατον να αντιληφθούμε πλήρως τη βιαιότητα του ξεριζωμού από τις πατρογονικές τους εστίες. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι είναι λογικό να αδιαφορούμε και να βυθιζόμαστε στη λήθη απέναντι στα γεγονότα αυτής της ταραγμένης εποχής, σκεπτόμενοι ότι ανήκουν στο μακρινό παρελθόν και δεν μας αφορούν. Ιδίως ένα τόσο σκοτεινό στιγμιότυπο της Νεοελληνικής Ιστορίας, πρέπει να αποτελέσει εφαλτήριο για να αναλογιστούμε όλοι μας τι οδήγησε σε μια τέτοια καταστροφή, αλλά και να αποκτήσουμε πληρέστερη γνώση του παρελθόντος μας, ενισχύοντας την ιστορική μας μνήμη και προφυλάσσοντας την πολιτιστική μας κληρονομιά ως οδηγό για το μέλλον.
Οι ιστορίες των προσφύγων που κατόρθωσαν να σωθούν και να φτάσουν στην Ελλάδα είναι συγκλονιστικές. Πώς είναι δυνατόν ο άνθρωπος να διαπράξει τέτοια εγκλήματα, τέτοιες θηριωδίες εναντίον του συνανθρώπου του, μόνο και μόνο επειδή είναι «Τούρκος» ή «Έλληνας»; Γενοκτονίες, σφαγές, απάνθρωπες πράξεις σε βάρος λαών, οι οποίοι μπορούσαν να συνυπάρξουν αρμονικά, όλα για το συμφέρον των ισχυρών. Τα γεγονότα αντικατοπτρίζουν όχι μόνο τη δύναμη του μίσους και του φανατισμού, αλλά και της επιβολής ξένων συμφερόντων. Ως νέα γενιά οφείλουμε να λάβουμε υπόψη μας τις συνθήκες που επικρατούσαν, τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν από Έλληνες κατά τη διάρκεια της εκστρατείας και από Τούρκους μετά την αποτυχία της σε βάρος των αμάχων, αλλά και των «Συμμάχων», οι οποίοι άλλαζαν πλευρά ανάλογα με το δικό τους όφελος, ώστε να μην επιτρέψουμε να επαναληφθούν παρόμοια γεγονότα και να υπερασπιστούμε την ειρήνη και την πάταξη του εθνικισμού. Τα δεδομένα δεν είναι απλώς απρόσωποι αριθμοί και χρονολογίες σε ένα χαρτί· είναι τεκμήρια που αποδεικνύουν πόσο σημαντικός είναι ο αλληλοσεβασμός, η συναδέλφωση των λαών και η ενσυναίσθηση.
Σε προσωπικό επίπεδο, έχοντας το προνόμιο κάθε μέρα να βλέπω τις ακτές των Μικρασιατικών παραλίων από πολύ νεαρή ηλικία, δεν κατάφερα ποτέ να διαχωρίσω το «ελληνικό» από το «ξένο». Η Ανατολή αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου, έστω και με αυτόν τον ιδιαίτερο τρόπο, ως ίχνος της πατρίδας που εγκαταλείφθηκε βίαια από τουλάχιστον 1.500.000 συμπατριώτες μου. Οι πρόσφυγες, που έφτασαν κυνηγημένοι στη χώρα, ή υποχρεώθηκαν να μετοικήσουν, με την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης για την ανταλλαγή των πληθυσμών, διαμόρφωσαν σε τεράστιο βαθμό την εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας και προσαρμόστηκαν με τα χρόνια, αν και η υποδοχή που γνώρισαν ήταν, στη πλειονότητα των περιπτώσεων, καχύποπτη, αν όχι εχθρική, λόγω διαφορών κυρίως στη νοοτροπία, αλλά και μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της «Παλαιάς Ελλάδας».
Οι ξεριζωμένοι Έλληνες, ενίσχυσαν την οικονομία στον τομέα της γεωργίας, καθώς ασχολούνταν με τις ίδιες καλλιέργειες στον τόπο τους, και της βιομηχανίας με την πείρα τους, τη μόρφωσή τους, τη γνώση ξένων γλωσσών, αλλά και το επιχειρηματικό τους πνεύμα που τους είχε επιτρέψει να διαπρέψουν ενταγμένοι στο πολυεθνικό πλαίσιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μέσα σε μια δεκαετία από την άφιξή τους, το 1922, η γεωργία, το εμπόριο και η βιομηχανία αναζωογονήθηκαν σημαντικά, χάρη και στην θέλησή τους να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους και τις περιουσίες τους. Ήταν πάρα πολύ σημαντική η προσφορά τους και στον πολιτιστικό τομέα, διότι έφεραν μαζί τους και την παραδοσιακή μουσική τους, όπως τα ρεμπέτικα, αλλά και στον λογοτεχνικό χώρο με χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτά των Γιώργου Σεφέρη, του Ηλία Βενέζη και της Διδώς Σωτηρίου. Στον κοινωνικό τομέα, η άφιξη των προσφύγων διαδραμάτισε επίσης σημαντικό ρόλο στη μεταλαμπάδευση προοδευτικών αντιλήψεων και την ένταξη των γυναικών στον ενεργό πληθυσμό, καθώς, κυρίως εκείνοι που προέρχονταν από μεγάλα αστικά κέντρα του μικρασιατικού ελληνισμού, διακρίνονταν για έναν πολύ πιο εκσυγχρονισμένο τρόπο σκέψης και ζωής, συγκριτικά με τη συντηρητικότερη μητροπολιτική Ελλάδα.
Το ερώτημα στο οποίο καταλήγουμε είναι το εξής: είναι τελικά χαμένες οι πατρίδες; Ο κάθε ένας από εμάς κουβαλάει μέσα του τη δική του πατρίδα, ένα ιδανικό συνδεδεμένο με μνήμες, ανθρώπους, ήχους, γεύσεις, αρώματα, ακούσματα, λογισμούς και συναισθήματα. Ό,τι κι αν συμβεί, κανείς δεν μπορεί να μας αναγκάσει να χάσουμε την πατρίδα μας. Οι Έλληνες της Μικρασιατικής Καταστροφής, όπως και της σημερινής Ελλάδας που ζουν στην ξενιτιά, δεν έχασαν ποτέ πραγματικά την πατρίδα τους. Η νοσταλγία για εκείνη αποτελεί άρρηκτο δεσμό, ο οποίος δεν πρόκειται να κοπεί ποτέ. Είναι κάτι που μας καθοδηγεί και μας ενδυναμώνει στην πορεία μας στο παρόν και το μέλλον.
Γι’ αυτόν τον λόγο, αν κανείς επισκεφθεί ένα από αυτά τα μέρη που εγκαταλείφθηκαν από τους Έλληνες με τη Μικρασιατική Καταστροφή, θα νιώσει βαθιά μέσα του τις φωνές των πονεμένων αυτών προσφύγων. Φωνές όσων καλούν τον τόπο τους και αποζητούν τις παλιές καλές μέρες στην προπατορική γη, όσων έχυσαν το αίμα τους εκεί, αντί να οδηγηθούν στην προσφυγιά, αλλά και όσων άφησαν πίσω τους τάφους των προγόνων τους και έφυγαν από τη ζωή, έχοντας ως τελευταία τους σκέψη την αγαπημένη τους πατρίδα, τον δικό τους παράδεισο. Για όλους εκείνους, το μόνο πράγμα που δεν τους στέρησε η αγριότητα του ξεριζωμού ήταν οι δικές τους πατρίδες, οι πατρίδες της μνήμης…


Το Γενί Τζαμί το 1923. Από την αναχώρηση του προσωπικού του Τζαμιού, με την Ανταλλαγή του 1923. (Αρχείο Στρατή Μπαλάσκα). ΠΗΓΗ: Αναγνωστοπούλου, Αχ. Μαρία. (2006). Απάνω Σκάλα η Μυτιληνιά. Η γειτονιά του ονείρου. Μυτιλήνη: Εντελέχεια, σ. 151.

[*] Η Μαρία – Ταξιαρχούλα Στεφανέλλη σήμερα είναι τριτοετής φοιτήτρια στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ. Το κείμενο αυτό γράφτηκε πριν δύο χρόνια, όταν ήταν μαθήτρια της Γ΄ Λυκείου, στο πλαίσιο του επετειακού έτους των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μικράς Ασίας Μνήμη

Οι απόγονοι Μικρασιατών προσφύγων μαθητές μας σ' ένα συνέδριο και σε μια συγκινητική εκδήλωση